Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2009

scrutiny=ουσ. εξονυχιστική έρευνα/εξέταση # αυστηρός έλεγχος: bear scrutiny αντέχω στον έλεγχο # ΦΡ. demand a scrutiny αξιώνω νέα καταμέτρηση ψήφων, αμφισβητώ το αποτέλεσμα εκλογής
promiscuous=ουσ. συνονθυλευματικός, ετερόκλητος, ανομοιογενής: promiscuous mass ετερόκλητη μάζα # που ελευθεριάζει, έκλυτος: promiscuous life έκλυτος βίος
salvage=ουσ. διάσωση, περίσωση (για μεταγενέστερη χρήση κτλ.): salvage value οικον. υπολειμματική αξία # ναυτ. 1. ανέλκυση ναυάγιου, ναυαγιαιρεσία > 2. σώστρα, αμοιβή ναυαγιαιρεσίας
ρ. διασώζω, περισώζω (από καταστροφή, ναυάγιο κτλ.) # προβαίνω σε ανέλκυση ναυάγιου # ανακτώ χρήσιμα υλικά (ναυάγιου κτλ.) για εκμετάλλευση

Δεν υπάρχουν σχόλια: